μεταξουργός

From LSJ

Δόλιον γὰρ ἄνδρα φεῦγε παρ' ὅλον τὸν βίον → Dum vivis, insidiosos curriculo fuge → Den Hinterhältigen fliehe, dein ganzes Leben lang

Menander, Monostichoi, 131

Greek Monolingual

ο
αυτός που ασχολείται με την κατεργασία του μεταξιού, ο μεταξάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν του Σκαρλάτου Βυζαντίου].