μετζοσοπράνο

From LSJ

οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά → there are no pacts between lions and men, between lions and men there are no oaths of faith, there can be no covenants between men and lions

Source

Greek Monolingual

η
γυναικεία φωνή που είναι βαθύτερη από τη φωνή της σοπράνο και υψηλότερη από τη φωνή της άλτο, αλλ. μεσόφωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. mezzosoprano < mezzo «μισό» + soprano (βλ. λ. σοπράνο)].