μηλοβατώ

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462

Greek Monolingual

μηλοβατῶ, -έω (Α)
βατεύω πρόβατα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (ΙΙ) + -βατῶ, μέσω ενός αμάρτυρου τ. μηλο-βάτης (< βαίνω)].