Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μηνιγγίτιδα

From LSJ
Menander, Sententiae, 456

Greek Monolingual

η μήνιγξ
ιατρ. βαρύτατη νόσος η οποία συνίσταται σε οξεία ή υποξεία φλεγμονή τών μηνίγγων και σε υπερπαραγωγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού.