μὴδή

From LSJ

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524

Greek Monotonic

μὴδή: μήπως..., σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· ομοίως, μὴδῆτα, σε Αισχύλ. κ.λπ.