νυκτοβασία

From LSJ

μὴ λέγε τοὐμὸν ὄνειρον ἐμοίtell not my own dream to me, you are telling me what I know already

Source

Greek Monolingual

η νυκτοβάτης
1. η υπνοβασία
2. η ιδιότητα και η κατάσταση του νυκτοβάτη, του υπνοβάτη.