νυκτοτριήμερος

From LSJ

Χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων πενθεῖν ὅστις χρηστὸς ἀπ' ἀρχῆς νενόμισται → When a good man is hurt, all who would be called good must suffer with him

Euripides, Alcestis 109-11

Greek (Liddell-Scott)

νυκτοτριήμερος: -ον, νυκτ. ταφή, ἡ τριῶν ἡμερῶν καὶ ἴσων νυκτῶν ταφή, Ἀθαν. τ. 2, σ. 456Α.

Greek Monolingual

νυκτοτριήμερος, -ον (Μ)
φρ. «νυκτοτριήμερος ταφή» — ταφή τριών ημερονυκτίων.