ξανθόχλωρος
From LSJ
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
Greek Monolingual
ξανθόχλωρος, -ον (Α)
κιτρινοπράσινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξανθός + χλωρός.
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
ξανθόχλωρος, -ον (Α)
κιτρινοπράσινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξανθός + χλωρός.