ξεδίπλωμα
From LSJ
μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν → lead us not into temptation
Greek Monolingual
το
το αποτέλεσμα του ξεδιπλώνω, άνοιγμα, ξετύλιγμα.
μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν → lead us not into temptation
το
το αποτέλεσμα του ξεδιπλώνω, άνοιγμα, ξετύλιγμα.