ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant
λύω μηχανήματα στα τμήματα ή στα κομμάτια που τά απαρτίζουν, αποσυναρμολογώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. ξ(ε)- + μοντάρω (Ι) «συναρμολογώ τα τμήματα μηχανής»].