Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ → Nihil, ut videtur, proprium in vita datur → Nichts Festes gibt's im Leben eines Sterblichen
ὁμοεργός, -όν (Μ)αυτός που εκτελεί τις ίδιες ενέργειες με άλλον.[ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο)- + -εργός (< ἔργον), πρβλ. κακοεργός].