ουρανόλιθος

From LSJ

μήτε τέχνῃ μήτε μηχανῇ μηδεμιᾷ θάνατον ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν καταψηφίσησθε → let neither art nor craft induce you to condemn those men

Source

Greek Monolingual

ο
πέτρα που έπεσε από τον ουρανό, αερόλιθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + λίθος. Η λ. μαρτυρείται από το 1847 στον Ιω. Πύρλα].