παιδαγωγική

From LSJ

οἱ τὴν ἄνισον πολιτείαν πολιτευόμενοι → those living in an oligarchy or a tyranny

Source

Russian (Dvoretsky)

παιδαγωγική: ἡ (sc. τέχνη) искусство воспитания Plut.: ἡ π. τῶν νοσημάτων Plat. искусство ухода за больными.