παιδαρέλι

From LSJ

φύσις ἁπάντων τῶν διδαγμάτων κρατεῖ → Natura superat omne doctrinae genusNatur ist überlegen jedem Unterricht

Menander, Monostichoi, 213

Greek Monolingual

το
(με περιφρονητική σημ.) παιδάριο, παιδάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παιδί + υποκορ. κατάλ. -αρέλι (πρβλ. ποδαρέλι)].