Τὸ ζῆν ἀλύπως ἀνδρός ἐστιν εὐτυχοῦς → Satis beati est esse sine maeroribus → Ein Leben ohne Leid führt nur, wer glücklich ist
παλίπνοια, ἡ (Μ)η εναλλαγή.[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλι(ν) + πνοιή / πνοία (< πνέω)].