ἀφ' ἡμέρας γίνεσθαι ἐν τῷ Μουσείῳ → in the Museum from early in the day
και πασπαλώνω και πασπαλώ, -άω πασπάληρίχνω οποιαδήποτε σκόνη πάνω σε κάτι, επιπάσσω.