περιταινία

English (LSJ)

f.l. for περιτένεια.

German (Pape)

[Seite 596] ἡ, = περίτασις, zw. L. bei Aret.

Greek (Liddell-Scott)

περιταινία: Ἰων. -ίη, ἡ, λέξις ἀμφίβολος παρ’ Ἀρεταίῳ ἐν τῷ περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 8. 8, Κασσ. Προβλ. 43· ὁ Δινδ. προτείνει περιτονία.