ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing
Νπεριβάλλω με τοίχο, περικλείω με τοίχωμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + τοιχίζω (< τοίχος). Το ρ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Ακρόπολις].