πικάπ
From LSJ
Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → Root of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)
Greek Monolingual
το, Ν
1. διάταξη που μετατρέπει πληροφορία μιας μορφής, όπως λ.χ. εικόνα, ήχο, θερμοκρασία κ.ά., σε αντίστοιχα ηλεκτρικά σήματα
2. (ειδικά) ηλεκτρική συσκευή για την ανάγνωση ήχων εγγεγραμμένων σε δίσκο και ιδίως δίσκο μουσικής. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. pick-up].