Οὐπώποτ' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν → Numquam probarim sumptuosum mortuum → Nie preis ich einen Toten selbst im Prachtgewand
Αεπίρρ. από την πλευρά, πλαγίως.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλευρά + -ειδῶς (< -ειδής + επιρρμ. κατάλ. -ῶς), πρβλ. μυθοειδώς].