προπάντων
From LSJ
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
Greek Monolingual
Ν
επίρρ. προπαντός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. προ πάντων].
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
Ν
επίρρ. προπαντός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. προ πάντων].