προὔθετο

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source

Greek (Liddell-Scott)

προὔθετο: προὔθηκε (ὀρθότ. ἄνευ κορωνίδος), κατὰ συναλοιφὴν ἀντὶ προέθ-.

Greek Monotonic

προὔθετο: προὔθηκε, αμτβ. αντί προ-έθετο, προ-έθηκε.