προὔπιον

From LSJ

πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται → all they that take the sword shall perish with the sword

Source

French (Bailly abrégé)

ao.2 de προπίνω.

Russian (Dvoretsky)

προὔπιον: (= προέπιον) стяж. aor. 2 к προπίνω.