Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
ὁ, Ααυτός που πουλάει ρίζες.[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + -πώλης].