παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
και ροδοπερίχυτος, -η, -ο, Νραντισμένος με ροδοπέταλα ή με ροδόνερο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ρόδο + περιχυμένος].