Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ροδόπηχυς

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

-υ και δωρ. τ. ῥοδόπαχυς και αιολ. τ. Fροδόπαχυς και βροδόπαχυς, Α
αυτός που έχει ρόδινα χέρια, ρόδινους βραχίονες (α. «Εὐνίκη ῥοδόπηχυς», Ησίοδ.
β. «Ἀῶ τὸν ροδόπαχυν», θεόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον + πῆχυς (πρβλ. λευκό-πηχυς, χρυσό-πηχυς)].