τὸν ἴδιον κίνδυνον ὑποθείς → at his own risk
και σαϊττεύω και σαγιτ(τ)εύω ΝΜ [[σαΐτ(τ)α / σαγίτ(τ)α]]σημαδεύω και χτυπώ με σαΐτα, τοξεύωνεοελλ.μτφ. χτυπώ κάποιον με τα βέλη του έρωτα.