ἐν παντὶ γάρ τοι σκορπίος φρουρεῖ λίθῳ → for a scorpion keeps watch at every stone
οῦ (τό) :v. σκόλιον.
σκολιόν: или σκόλιον τό (sc. μέλος) круговая застольная песня lat., Arst.