η, Νλοστός που καταλήγει σε πεπλατυσμένο άκρο και με τον οποίο ο θερμαστής απομακρύνει από την εσχάρα του ατμολέβητα τη συσσωρευμένη σκωρία.[ΕΤΥΜΟΛ. < σκωρία + λόγχη.