σμαραγδοειδής
From LSJ
Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen
Greek Monolingual
-ές, Ν
αυτός που μοιάζει με σμάραγδο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σμάραγδος + -ειδής].
Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen
-ές, Ν
αυτός που μοιάζει με σμάραγδο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σμάραγδος + -ειδής].