ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat
και σπηρουνιάζω και σπιρουνίζω Ν σπιρούνι1. κεντώ το άλογο με το σπιρούνι2. κεντρίζω, προτρέπω έντονα κάποιον να κάνει κάτι.