σπλαγχνοκράνιο

From LSJ

ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners

Source

Greek Monolingual

το, Ν
ανατ. τμήμα του κεφαλικού σκελετού που περιλαμβάνει το γναθικό, το υοειδικό και βραγχιακό τόξο τών υδρόβιων σπονδυλοζώων και τα ομόλογα τών χερσόβιων σπονδυλοζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. splanchnocranium (< σπλάγχνο + κρανίο)].