σταμίδα

From LSJ

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320

Greek Monolingual

η /σταμίς, -ίδος, ΝΑ
η σταμίνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σταμίνα].