στριφτάρι

From LSJ

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341

Greek Monolingual

και στριφτάλι, το, Ν στριφτός
1. στροφέας
2. (ιδίως) το κλειδί με το οποίο τεντώνονται οι χορδές τών μουσικών οργάνων, κόλλαβος.