τίς οὖν ἡ ταύτης περιουσίαν → what is its chance of being saved
η, Νβιολ. η σχιζογένεση.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. schizogamy (< σχίζω + -γαμία < -γαμος < γάμος)].