Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid
σώστρια: ἡ, θηλ. τοῦ σωτήρ, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Θεοδώρου τοῦ Ὑρτακ.
ἡ, Μ
η σώτειρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῴζω + κατάλ. -τρια (πρβλ. θερίστρια)].