τί ἥδιστον, τὸ ἐπιτυγχάνειν → what's pleasant, to get the goal
-η, -ο / ταχύτατος, -άτη, -ον, ΝΜΑ(υπερθ. τ.) βλ. ταχύς.
τᾰχύτατος: Pind. = τάχιστος.