ἀεί ποτ' εὖ μὲν ἀσκός εὖ δὲ θύλακος ἅνθρωπός ἐστι → this guy's always good at being a wineskin, and at times a winesack
v. ταχύς.
-η, -ο / τάχιστος, -ίστη, -ον, Α(υπερθετ. τ.) βλ. ταχύς.
τάχιστος: superl. к ταχύς.
superl. S. ταχύς.