τετράπλευρο
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Greek Monolingual
το / τετράπλευρον ΝΑ
βλ. τετράπλευρος.
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
το / τετράπλευρον ΝΑ
βλ. τετράπλευρος.