τετραχοίνιξ
From LSJ
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is a performance, you came, you saw, you departed
-οίνικος, ὁ, ἡ, Α
αυτός που έχει περιεκτικότητα τεσσάρων χοινίκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + χοῖνιξ «μέτρο χωρητικότητας»].