Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τουρκομερίτης

From LSJ

Τῶν εὐτυχούντων πάντες εἰσὶ συγγενεῖς → Felicium se quisque cognatum vocat → Ein jeder wähnt sich mit den Glücklichen verwandt

Menander, Monostichoi, 510

Greek Monolingual

ο, θηλ. τουρκομερίτισσα, Ν
Έλληνας καταγόμενος από περιοχές τουρκοκρατούμενες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τούρκος + μέρος + κατάλ. -ίτης].