υμενόστρακος

From LSJ

Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen

Menander, Monostichoi, 279

Greek Monolingual

-ον, Α
(για αγγείο) αυτός που είναι λεπτός σαν υμένας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑμήν, -ένος + ὄστρακον (πρβλ. ὀξυόστρακος)].