υπόχρεως

From LSJ

Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζεινexplain Homer from Homer, explain Homer with Homer

Source

Greek Monolingual

-η, -ο / ὑπόχρεως, -ων, ΝΑ
βλ. υπόχρεος.