Γίνωσκε σαυτὸν νουθετεῖν, ὅπου τρέχεις → Quo curras, animum advertere usque memineris → Mach mit Bedacht dir klar, an welchem Ort du läufst
και ὑψήλοφος και ὑψόλοφος, -ον, Α1. υψικόρυφος2. (γενικά) υψηλός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕψι «ψηλά» + λόφος.