φιλοδεσπότης

From LSJ

Ὁ πολὺς ἄκρατος ὀλίγ' ἀναγκάζει φρονεῖν → Multum meracum pauca sapere nos facit → Nur wenig denken lässt viel ungemischter Wein

Menander, Monostichoi, 420

German (Pape)

[Seite 1279] ὁ, = Folgdm, Titel einer Comödie des Timostratus, B. A. 80, 12.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλοδεσπότης: -ου, = φιλοδέσποτος, ὄνομα κωμῳδιῶν τοῦ Τιμοστρ. καὶ Θεογνήτου.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(ως τίτλος κωμωδιών του Τιμοστράτου και του Θεογνήτου) φιλοδέσποτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + δεσπότης.