Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φούστα

From LSJ

Δῶς μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσωGive me a place to stand on, and I will move the Earth.

Archimedes

Greek Monolingual

η, Ν
1. γυναικείο ένδυμα που ποικίλλει στο σχήμα και το μήκος και στηρίζεται στη μέση
2. ναυτ. μακρόστενο πλοίο με πανιά και κουπιά, που χρησιμοποιούσαν οι πειρατές
3. στον πληθ. οι φούστες
συνεκδ. πειρατικές επιδρομές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. fusta].