φυλλοπτέρυξ

From LSJ

χρόνῳ μὲν ἀγρεῖ Πριάμου πόλιν ἅδε κέλευθος → in time this expedition will capture the city of Priam

Source

Greek Monolingual

-υγος, ο, Ν
ζωολ. γένος σύγγναθων οστεοϊχθύων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phyllopteryx < φύλλο(ν) + πτέρυξ.