φυματιώδης

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462

Greek Monolingual

-ες, Ν φυμάτιο
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα φυμάτια ή στη φυματίωση
2. αυτός που προκαλείται από φυματίωσηφυματιώδης περιτονίτιδα»).