φωνοταινία

From LSJ

γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)

Source

Greek Monolingual

η, Ν
ταινία κινηματογράφου ή μαγνητοφώνου στην οποία έχουν καταγραφεί φωνές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωνή + ταινία.