φωτικόν

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336

Greek Monolingual

τὸ, Α
δάδα, λαμπάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φῶς, φωτός + κατάλ. -ικόν, ουδ. της κατάλ. -ικός].